ΕΡΕΥΝΑ: ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
Αποβιομηχάνιση. Μια μάστιγα για την Ελλάδα που κάποτε
παρήγαγε μέχρι και αυτοκίνητα και σήμερα ελάχιστα είναι τα βιομηχανικά είδη
"ελληνικής παραγωγής". Τα τελευταία κυρίως 25 χρόνια το φαινόμενο
γίνεται ολοένα και εντονότερο. Κάθε βιομηχανία που κλείνει για να μεταφερθεί σε
γείτονα χώρα αφήνει πίσω της εργάτες άνεργους, ενώ ανοίγει πληγές στην εθνική
οικονομία, που αποδυναμώνεται ακόμα περισσότερο. Ταυτόχρονα, αυξάνεται η
διαρκώς μεγαλύτερη εξάρτηση της χώρας από τα εισαγόμενα βιομηχανικά είδη, με τη
Γερμανία και τις άλλες χώρες της βιομηχανοποιημένης Ευρώπης να "τρίβουν τα
χέρια τους", αφού όσο οι ελληνικές βιομηχανίες κλείνουν, τόσο οι δικές
τους γιγαντώνονται με τα χρήματα των Ελλήνων καταναλωτών των δικών τους
προϊόντων!
Η "Νέα Κρήτη" ανοίγει σήμερα το φάκελο
"Αποβιομηχάνιση", στέλνοντας και το μήνυμα στους Έλληνες
καταναλωτές... «Αναζητήστε τα ελληνικά προϊόντα. Να τα προτιμάτε. Υπερτερούν σε
ποιότητα και είναι και εθνική ανάγκη η υποστήριξη κάθε ελληνικής βιομηχανίας,
κάθε ελληνικού προϊόντος, για να μη χαθούν και τα τελευταία βιομηχανικά και
βιοτεχνικά αγαθά, που παράγονται από ελληνικές εταιρείες»...
Κάποτε βγάζαμε μέχρι και αυτοκίνητα, όπως βγάζαμε ακόμα και
τρίκυκλες μηχανές μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του '80. Η μεγαλύτερη
καταστροφή συντελέστηκε όμως στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας. Και δε
σταμάτησε ποτέ το κλείσιμο των ελληνικών επιχειρήσεων, ενώ μέχρι σήμερα το
φαινόμενο συνεχίζεται, με τους εκπροσώπους των βιοτεχνών και των εμπόρων να
κρούουν προς τη νέα ελληνική κυβέρνηση το καμπανάκι του κινδύνου μπροστά στο
συνεχές κλείσιμο των επιχειρήσεών τους.
Στοιχεία-σοκ
Σε έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας προκύπτει ότι
στους κλάδους της μεταποίησης, όπως είναι η ξυλεία και η βιομηχανία επίπλων,
στα τρόφιμα, τα ποτά και τον καπνό η μείωση της απασχόλησης τα τελευταία χρόνια
ξεπέρασε το 30%.
Οι νομοί Αχαΐας, Ημαθίας Μαγνησίας, αλλά και η περιοχή της
Θράκης έχουν πληγεί σοβαρά από την αποβιομηχάνιση των τελευταίων 25 χρόνων.
Εκπρόσωποι των θιγόμενων κλάδων καταγγέλλουν ότι το ελληνικό κράτος ανέκαθεν
είχε και εξακολουθεί να έχει με τη βιομηχανία μία πολύ κακή σχέση, την ώρα που
ο κρατικός μηχανισμός εξακολουθεί ασφυκτικά να ελέγχει κάθε επενδυτική
δραστηριότητα.
Κάνουν λόγο για κατάσταση βιομηχανικού κραχ που βιώνουν
σταδιακά πολλές βιομηχανικές ζώνες της χώρας, μεταξύ των οποίων της Πάτρας, του
Βόλου και της Βόρειας Ελλάδας. Κι όμως, από τη μεταπολίτευση και μετά, η
ελληνική βιομηχανία είχε σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων, ενώ κατά κοινή ομολογία
επένδυσε στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, στην ποιότητα και στην καινοτομία σε
νέα προϊόντα.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα οικονομικών εφημερίδων, το χορό των
λουκέτων τον άνοιξε το 1980 η εταιρεία ΤΕΟΚΑΡ. Το κλείσιμο των επιχειρήσεων
ΤΕΟΚΑΡ έστειλε στην ανεργία 420 εργαζόμενους, σε μια περίοδο μάλιστα όπως η
δεκαετία του '80, οπότε η NISSAN επιθυμούσε διακαώς τη βιομηχανική παρουσία της
στην Ευρώπη με αντάλλαγμα την εργασιακή ειρήνη.
Το αποτέλεσμα ήταν ο ιαπωνικός όμιλος να μεταφέρει τις
δραστηριότητές του στην Αγγλία και η βιομηχανική Θεσσαλία να γνωρίσει την
απαξίωση. Ακολούθησε το κλείσιμο και άλλων μονάδων από ποικίλους κλάδους σε
διάφορες περιοχές της Ελλάδας όπως: Βαμβακουργία, ΒΙΟΑΛ, ΣΕΞ ΑΠΗΛ, Κλωστήρια
Φιλιατών, ΡΟΚΑ και πολλές άλλες.
Τεράστιες ευθύνες
«Το εργατικό κόστος και η περιβαλλοντική νομοθεσία κάνουν
πιο εύκολη την εγκατάσταση ρυπογόνων, τουλάχιστον, επιχειρήσεων στη Βουλγαρία
και σε άλλες χώρες, όπου μετεγκαταστάθηκαν επιχειρήσεις που εγκατέλειψαν την
Ελλάδα», λέει στη "Νέα Κρήτη" ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου,
Μανόλης Αλιφιεράκης.
Ο ίδιος εκτιμά ότι η βιομηχανία της Ελλάδας είναι και αυτή
ένα θύμα επίσης της παγκοσμιοποίησης. Αλλά στην Ελλάδα υπάρχουν και άλλες
πολιτικές που "διώχνουν" τη βιομηχανία. «Η γραφειοκρατία είναι ένα
σημαντικό πρόβλημα. Ένα άλλο πρόβλημα είναι η απελευθέρωση των επαγγελμάτων, το
φορολογικό κ.λπ. Είναι, νομίζω, από τα βασικά τα οποία δημιουργούν τροχοπέδη
στην ανάπτυξη νέων επιχειρήσεων», λέει χαρακτηριστικά και συνεχίζει: «Ας μην
πάμε πολύ μακριά, ας πάμε στη γειτονική μας Βουλγαρία. Το εργατικό κόστος είναι
αρκετά χαμηλό. Και υπάρχουν και κίνητρα προς τις επιχειρήσεις, τουλάχιστον
φορολογικά απ' ό,τι γνωρίζουμε, τα οποία είναι ευνοϊκότερα απ' τα δικά μας. Άρα
λοιπόν γι' αυτό έχουμε και μία αφαίμαξη των δικών μας επιχειρήσεων σε σχέση με
τις επιχειρήσεις που λειτουργούν σε χώρες όπως τη Βουλγαρία», λέει ο κ.
Αλιφιεράκης και προσθέτει: «Αν φέρουμε στο μυαλό μας τι γινότανε πριν 20 με 30
χρόνια, σίγουρα βλέπουμε πόσο έχει προχωρήσει η αποβιομηχάνιση της χώρας μας.
Για παράδειγμα, η κλωστοϋφαντουργία ήταν βασικός τομέας, αλλά είχαμε και πολλές
άλλες παραγωγικές εταιρείες που έρχονταν και εγκαθίσταντο στη χώρα μας. Κάτι το
οποίο σήμερα δε γίνεται».
Πάντως, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου τονίζει ότι
«ακόμα σήμερα υπάρχουν στην Κρήτη και στην υπόλοιπη Ελλάδα επιχειρήσεις οι
οποίες είναι ανταγωνιστικές σε διεθνές περιβάλλον. Είναι αυτές που έχουν
εκμεταλλευτεί προγράμματα, αλλά περισσότερο έχουν εισαγάγει την καινοτομία και
τις νέες τεχνολογίες στις επιχειρήσεις τους». Πρόκειται κυρίως για τις
φαρμακοβιομηχανίες και τους τομείς των τροφίμων και ποτών.
Τα "εγκλήματα"
«Η υψηλή φορολογία, ο μη επιτρεπτός τραπεζικός δανεισμός,
συν τα φορολογικά, τα ασφαλιστικά έξοδα και το ενεργειακό κόστος», αποτελούν,
σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ν.
Ηρακλείου Μπάμπη Λεκάκη, τα κυρίαρχα και διαχρονικά "εγκλήματα" σε
βάρος της βιομηχανίας, της βιοτεχνίας και της μεταποίησης στη χώρα μας. «Αυτά
τα προβλήματα αναγκάζουν τις βιομηχανίες και τις βιοτεχνίες να κλείνουν ή να
αλλάζουν έδρα και να φεύγουν προς τη Βουλγαρία, όπου υπάρχει χαμηλή φορολόγηση
και χαμηλό ενεργειακό κόστος».
Ο κ. Λεκάκης τονίζει στο σημείο αυτό ότι υπάρχει και
χαμηλότερο εργατικό κόστος, αλλά επισημαίνει ότι «το εργατικό κόστος δεν είναι
τόσο μεγάλο, όσο είναι το φορολογικό».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΟΕΒΕΝΗ, στον κλάδο των
επιπλοξυλουργών, για παράδειγμα, το κλείσιμο επιχειρήσεων ήταν και παραμένει
καθημερινό φαινόμενο. «Κάποτε, για να καταλάβετε, είχαμε στην Ελλάδα μέχρι και
κέντρο επισκευής αεροπλάνων. Και μας επέβαλαν να το κλείσουμε και να φέρνουμε
από το εξωτερικό μηχανικό αεροσκαφών, να του δίνουμε πολλαπλάσιες αμοιβές, για
να επισκευάζει τα αεροπλάνα, κάτι που μας επιβάλλουν μέσα από τα εξοπλιστικά
προγράμματα»...
Καταλήγοντας, ο κ. Λεκάκης τονίζει ότι υπάρχει στην Ελλάδα
ένα φορολογικό αλαλούμ. «Σήμερα φορολογείσαι έτσι. Αύριο φορολογείσαι αλλιώς.
Έχουμε και το υψηλό κόστος από το ΦΠΑ. Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, που
σήμερα είναι 26% από το πρώτο ευρώ. Και το υψηλό ενεργειακό κόστος της ΔΕΗ, το
οποίο συζητάμε συνέχεια».
Δέσμιοι... διατάξεων - Το παράδειγμα της ζάχαρης
«Είχαμε τα εργοστάσια της ζάχαρης και μας επέβαλε η
Ευρωπαϊκή Ένωση να τα κλείσουμε»... Την άποψη αυτή εκφράζει στην εφημερίδα μας
ο ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ Λευτέρης Λιγοξυγκάκης. Όπως λέει, «είχαμε ζάχαρη για να
καλύψουμε τη ζήτηση στη χώρα μας και κάναμε και εξαγωγές. Κλείσανε πολλά από
αυτά, με την προοπτική ότι στα ζαχαροχώραφα θα καλλιεργηθούν ενεργειακά φυτά,
διότι, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η βενζίνη θα έπρεπε να συνοδεύεται με
ένα ποσοστό προερχόμενο από ενεργειακά φυτά. Βλέπουμε λοιπόν ότι σιγά-σιγά
είμαστε δέσμιοι διατάξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχω την εντύπωση ότι θα έπρεπε
χώρα μας να προβάλει μια σθεναρά αντίσταση».
Όπως λέει ο κ. Λιγοξυγκάκης, με τη φτηνότερη ζάχαρη που
επέβαλλε η Ευρωπαϊκή Ένωση να εισάγουμε, εγκαταλείψαμε την παραγωγή της
ελληνικής ζάχαρης. «Όμως, είχαμε αποκτήσει τεχνογνωσία σπουδαία στη ζάχαρη.
Γιατί είχαμε υβρίδια με πολύ καλές προσαρμογές. Καλή παραγωγή. Ξέραμε την
καλλιέργεια. Τη λίπανση, τη φυτοπροστασία κ.λπ. Τώρα λοιπόν οι παραγωγοί με
ρωτάνε πολλές φορές στο τηλέφωνο "τι να βάλουμε στα ζαχαροχώραφα;".
Πώς να τους πω εγώ τι θα βάλουν στη Μακεδονία, εδώ κι εκεί;».
("ΝΕΑ ΚΡΗΤΗ" ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20 ΜΑΡΤΙΟΥ 2015)